Μετά από ένα πολύ θερμό καλοκαίρι κι ένα ανησυχητικά ζεστό φθινόπωρο, οι λίγες ελιές στα δένδρα μας ήταν μικρές, ζαρωμένες και διψασμένες. Δεν ήταν έτοιμες να μαζευτούν και να πιεστούν τον Οκτώβριο, την εποχή που είχαμε προγραμματίσει το σχετικό Μάθημά μας κι έτσι έπρεπε να το ακυρώσουμε. Οι ελιές “φούσκωσαν” τελικά στα μέσα Νοεμβρίου, μετά απο μερικές πολυπόθητες βροχές, αλλά ήταν πια πολύ αργά για να οργανώσουμε καινούργιο γκρουπ μαθητών – υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να μην φεύγουν τα φέρι για Κέα λόγω καιρού, και δεν θέλουμε να βάλουμε τους επισκέπτες μας σε τέτοιο ρίσκο.
Μία μέρα ήταν αρκετή για τις λίγες ελιές που έβγαλαν φέτος τα δένδρα μας. Ο Στάθης, η Έλα, η Πολυξένη και ο Ιωσήφ δούλεψαν όλη την ημέρα της Παρασκευής χτυπώντας τα κλαδιά των δένδρων για να πέσουν οι ελιές στα δίχτυα. Οπως γίνεται συνήθως, το χτύπημα το κάνουν οι άντρες, οι οποίοι μερικές φορές χρειάζεται να σκαρφαλώσουν στα δένδρα και να “χτενίσουν” τα κλαδιά με τα ειδικά χτένια.
Οι γυναίκες, με τη σειρά τους, αναλαμβάνουν τη δύσκολη δουλειά του διαχωρισμού των καρπών απο τα κλαδάκια και τις τούφες των φύλλων. Η Έλα και η Πολυξένη είχαν κι έναν έκτακτο βαθμό δυσκολίας: έπρεπε να κρατήσουν μακριά απο τα δίχτυα το κουτάβι μας, τη Νέβα.
Νωρίς το πρωί του Σαββάτου γεμίσαμε τη μηχανή με τις ελιές και βάλαμε μπροστά το μικρό μας οικιακό ελαιοτριβείο, αναγκαστική επένδυση, μια και δεν υπάρχει οργανωμένο ελαιτριβείο στο νησί μας. Αλλά τότε άρχισαν τα προβλήματα και χρειάστηκε να σταματήσουμε. Δεν θέλω να μπω εδώ στις επώδυνες λεπτομέρειες, αλλα τελικά, μετά απο μία μέρα σύγχισης, ατέλειωτων τηλεφωνημάτων, εξωνυχιστικού πλυσίματος και μερικών αποτυχημένων προσπαθειών, ο Στάθης αποφάσισε να αποσυναρμολογήσει σχεδόν τελείως τη μηχανή, και να την ξαναστήσει απο την αρχή. Μόνο τότε, αργά το απόγευμα πια, μπορέσαμε να αρχίσουμε να ‘πατάμε’ τις ελιές.
Κι ενώ το φως έπεφτε, γεμίσαμε το πρώτο μπουκάλι με χρυσό, πιπεράτο ελαιόλαδο.
Το πρεσάρισμα συνεχίστηκε μέχρι αργά το βράδυ, κι όταν τελείωσαν όλες οι ελιές, ο Κώστας πήρε τον πολτό των ξηρών υπολειμμάτων και τον πήγε στον Γιάννη και στη Μαργαρίτα, τους γείτονές μας πιο κάτω στον Οτζιά που έχουν γουρούνια.
Αυτό το γλιτσερό και μάλλον αηδιαστικό υποπροϊόν, φαίνεται πως είναι εξαιρετικά θρεπτικό, αλλά πρέπει να δίνεται στα γουρούνια σε μικρές ποσότητες, σαν συμπλήρωμα της κανονικής διατροφής τους. Να και μια ιδέα για τους τόνους απόβλητα των απανταχού της Ελλάδας ελαιοτριβείων…